Η δικαστική εξουσία, ιδίως στο ανώτατο επίπεδο της, επέτρεψε κατά το παρελθόν το καθεστώς της φαυλότητας στη χώρα. Η απουσία ελέγχου της αφορούσε παραλείψεις απέναντι σε πολιτικούς και διαπλεκόμενους επιχειρηματίες σχετικά με οικονομικά αδικήματα που αφορούσαν την πολιτεία και το δημόσιο συμφέρον. Οι ευθύνες της δικαστικής εξουσίας
Είχε στη διάθεση της δικογραφικό υλικό για να προχωρήσει. Στα συρτάρια των ανακριτικών αρχών καταχωνιάστηκαν και παραγράφηκαν σκανδαλωδώς μηνυτήριες αναφορές που στρεφόντουσαν κατά Υπουργών (Μήνυση για τα χρέη των νοσοκομείων), κατά εθνικών επιχειρηματιών για κραυγαλέες συμβάσεις προμηθειών εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ, (Παραγραφή για ΟΤΕ-Ιντρακόμ), για υποθέσεις δωροδοκιών πολλών πολιτικών όπως στην περίπτωση της Siemens, για πολιτικούς που δημοσίως ομολογούσαν ότι είχαν χάσει το μέτρημα μαύρων χρημάτων που κατέφθαναν σε σκουπιδοσακούλες σε γραφεία κομμάτων. Πρόσφατα μάλιστα έκρινε χρηματιστές, επιχειρηματίες και διαμεσολαβητές αθώους για το πολύκροτο σκάνδαλο του Χρηματιστηρίου, ενώ ουδείς τιμωρήθηκε για τον τζόγο στα διαθέσιμα των ασφαλιστικών ταμείων που εξαφανίστηκαν. Τα παραδείγματα είναι ενδεικτικά μόνο.
Στα χρόνια των μνημονίων το ίδιο σύστημα το οποίο άρχισε να απειλείται από το ΣΥΡΙΖΑ αποφάσισε να θωρακιστεί από ενδεχόμενη κυβέρνηση που θα οδηγούσε στη Δικαιοσύνη σκάνδαλα από τα οποία θα τιμωρούνταν στελέχη του. Η Βουλή άρχισε να ξεπλένει μέσα από ψηφοφορίες κομματικής πειθαρχίας αλλά και αλληλεγγύης προς ημέτερους, γνωστούς, συγγενείς και αρμόδιους που εμπλέκονταν σε ατασθαλίες, σκάνδαλα, μίζες, χρηματισμούς κ.τ.λ.
Άρχισαν να ψηφίζονται διάφοροι νόμοι όπου χαρίζονταν ευθύνες για οικονομικά αδικήματα κομμάτων, επιχειρηματιών, τραπεζιτών, πολιτικών. Η Βουλή ψήφισε την παραγραφή θαλασσοδανείων σε τραπεζίτες για παράνομα δάνεια σε κόμματα (Τροπολογία-σκάνδαλο παραγραφής ευθυνών για θαλασσοδάνεια), σκέπασε το σκάνδαλο για την υπόθεση της κατασπατάλησης εκατομμυρίων ευρώ από τον λογαριασμό του Ειδικού Φορέα Δασών, χάρισε τις ευθύνες σε μεγάλα σκάνδαλα όπως για τις υποθέσεις εξοπλιστικών, τα ναυπηγεία Σκαραμαγκά κ.ο.κ.
Πρόσφατα μάλιστα και όσο ο καιρός της αποκαθήλωσης πλησιάζει η Βουλή εντείνει τις προσπάθειες της για να εξαφανίσει βασικές ευθύνες των συγκυβερνητικών στελεχών. Έτσι, υποβαθμίζεται το αδίκημα των καταχραστών του Δημοσίου ενώ θεσπίστηκε και η μη αναζήτηση αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών για επιδόματα τα οποία παρανόμως κατέβαλλαν οι Ο.Τ.Α. Κατ' αυτόν τον τρόπο η νομοθετική εξουσία φόρεσε το μανδύα και της δικαστικής για να χαρίσει ευθύνες όχι αμιγώς πολιτικές αλλά ποινικές. Φτιάχνουν νόμους κόντρα στο δημόσιο συμφέρον.
Φτάσαμε λοιπόν στο σημείο το ίδιο κλεπτοκρατικό σύστημα να χρησιμοποιεί το Νόμο για να καταστήσει νόμιμη την ανομία του και νομιμοφανή την φαυλότητα του. Η αποκατάσταση του κράτους δικαίου όμως είναι αδύνατον να σημειώσει βήματα προόδου αν η δικαστική εξουσία δεν αναλάβει τον ρόλο της και αν δεν κονταροχτυπηθεί με αυτό το φαύλο σύστημα, το οποίο βέβαια έχει και θεσμικά την υποχρέωση να ελέγξει.
Στις μέρες μας, οι δικαστές ίσως για πρώτη φορά αντιδρούν. Η Ένωση Εισαγγελέων κατήγγειλε την κυβέρνηση ότι εξυπηρετεί άλλα συμφέροντα κι όχι το Δημόσιο και εξέφρασε ευθέως την ανησυχία της "για την ποιότητα της νομοθετικής παραγωγής και την προσήλωση του νομοθέτη στην εξυπηρέτηση της καθαρότητας της διοίκησης και της αδιάκριτης εφαρμογής του νόμου''.
Νωρίτερα και το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους εξέφρασε την έντονη ανησυχία του για την διαφαινόμενη κατάργηση του νόμου περί καταχραστών του Δημοσίου, ενώ και η Ένωση των διοικητικών Δικαστών με αφορμή την άρνηση της κυβέρνησης να δεχτεί τις απολυμένες καθαρίστριες του Υπουργείου Οικονομικών ανακοίνωσε αιχμηρά ότι οι δικαστικές αποφάσεις πρέπει να εφαρμόζονται. Η δικαστική εξουσία λοιπόν αρχίζει να διεκδικεί την αποκατάσταση του ρόλο της και των ευθυνών της για την μερική έστω αποκατάσταση του κοινού περί δικαίου αισθήματος. Η σύγκρουση μεταξύ των εξουσιών συνεχίζεται
Νωρίτερα και το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους εξέφρασε την έντονη ανησυχία του για την διαφαινόμενη κατάργηση του νόμου περί καταχραστών του Δημοσίου, ενώ και η Ένωση των διοικητικών Δικαστών με αφορμή την άρνηση της κυβέρνησης να δεχτεί τις απολυμένες καθαρίστριες του Υπουργείου Οικονομικών ανακοίνωσε αιχμηρά ότι οι δικαστικές αποφάσεις πρέπει να εφαρμόζονται. Η δικαστική εξουσία λοιπόν αρχίζει να διεκδικεί την αποκατάσταση του ρόλο της και των ευθυνών της για την μερική έστω αποκατάσταση του κοινού περί δικαίου αισθήματος. Η σύγκρουση μεταξύ των εξουσιών συνεχίζεται
Η αποκατάσταση του κράτους δικαίου είναι η πιο βασική προϋπόθεση για την αρμονική μακροημέρευση μας. Όσο δεν αποκαθίσταται η δυσαρμονία στο κοινό περί δικαίου αίσθημα σχετικά με την απόδοση των ευθυνών για την οικονομική κατάντια της χώρας που συνδυάζεται και με την ενίσχυση των δημόσιων ταμείων, θα δυναμιτίζεται κάθε ελπίδα ομόνοιας, ηθικής και οικονομικής ανάτασης της χώρας. Η συνεργασία των πολιτών με τους κυβερνώντες είναι αναγκαία συνθήκη για την πρόοδο της χώρας. Δεν μπορεί να επιτευχθεί όσο διοικούμαστε από το ίδιο διαπλεκόμενο και φαυλοκρατικό σύστημα το οποίο όσο δεν ελέγχεται αποθρασύνεται και συνεχίζει να αυθαιρετεί καλύπτοντας και τα νώτα του μέσω της οικειοποίησης του Νόμου.
Η δικαστική εξουσία χρειάζεται πολιτική κάλυψη για να προχωρήσει. Είναι αδύνατον να μάχεται μόνη της ένα ολόκληρο σύστημα το οποίο έχει χειραγωγήσει όχι μόνο την νομοθετική αλλά και την εκτελεστική εξουσία ενώ αποφασίζει και για τον διορισμό των Προέδρων των Ανώτατων Δικαστηρίων της χώρας. Ο σημερινός Υπουργός Δικαιοσύνης έχει την συνήθεια να μιλά, τουλάχιστον τηλεφωνικά με δικαστικούς λειτουργούς που χειρίζονται κρίσιμες υποθέσεις, γεγονός που δεν επιτρέπει την απεμπλοκή της δικαστικής εξουσίας από το πολιτικό σύστημα.
Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει το αποκλειστικό πλεονέκτημα ως κόμμα εξουσίας τα στελέχη του οποίου δεν είναι αναμεμειγμένα και δεν φοβούνται πολιτειακά σκάνδαλα να παράσχει πολιτική κάλυψη στους δικαστές που θα επιχειρήσουν να βάλουν το μαχαίρι στο κόκαλο. Το συγκριτικό του πλεονέκτημα πρέπει να το αξιοποιήσει προς όφελος της χώρας και να το επικοινωνήσει ξεκάθαρα. Από αυτό θα βγουν όλοι κερδισμένοι. Ο ίδιος, η χώρα, η δημοκρατία, οι πολίτες και δικαστές και βέβαια η Δικαιοσύνη.
Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει το αποκλειστικό πλεονέκτημα ως κόμμα εξουσίας τα στελέχη του οποίου δεν είναι αναμεμειγμένα και δεν φοβούνται πολιτειακά σκάνδαλα να παράσχει πολιτική κάλυψη στους δικαστές που θα επιχειρήσουν να βάλουν το μαχαίρι στο κόκαλο. Το συγκριτικό του πλεονέκτημα πρέπει να το αξιοποιήσει προς όφελος της χώρας και να το επικοινωνήσει ξεκάθαρα. Από αυτό θα βγουν όλοι κερδισμένοι. Ο ίδιος, η χώρα, η δημοκρατία, οι πολίτες και δικαστές και βέβαια η Δικαιοσύνη.