Κυριακή 22 Ιανουαρίου 2017

H σημασία της συναινετικής διακυβέρνησης στην Αμερική





Η κυβερνησιμότητα στην Αμερική είναι θεσμικά σχεδιασμένη ώστε να περιορίζει την ισχύ της εξουσίας του εκάστοτε Προέδρου.

Το ίδιο όμως συμβαίνει με την κουλτούρα της διακυβέρνησης. Στηρίζεται στις συναινέσεις μεταξύ των δύο μεγάλων κομμάτων για τα μεγάλα ζητήματα.

Παράδειγμα λειτουργίας συναινετικών θεσμών. Υπάρχουν πολιτείες στην Αμερική όπου ο Πρόεδρος για οποιοδήποτε κόμμα ψηφίζεται από τους κατοίκους όλης της πολιτείας και όχι μόνο του κόμματος του.

Παράδειγμα κουλτούρας. Ο εκάστοτε Πρόεδρος της Αμερικής ανεξάρτητα με ποιο κόμμα εξελέχθη, τοποθετεί ως Υπουργούς και ανώτατους αξιωματούχους, πολιτικούς ή προσωπικότητες και από το αντίπαλο κόμμα.

Παράδειγμα διακυβέρνησης. Το Obamacare.
Αν και ο απελθών Πρόεδρος των ΗΠΑ μπορούσε να το θεσπίσει άμεσα, καθυστέρησε ώστε μέσα από τις πολιτικές ζυμώσεις να πετύχει όσο το δυνατόν μεγαλύτερη αποδοχή και από το σώμα των Ρεπουμπλικάνων. 

Η γραφειοκρατία του Αμερικάνικου ομοσπονδιακού κράτους εξάλλου έχει συνείδηση του αυτόνομου ρόλου της και αποτελεί έναν διακριτό πόλο διακυβέρνησης μέσα στο κράτος ανεξαρτήτως Προέδρου.

Οι μεγάλες συναινέσεις που απαιτούνται για σημαντικές μεταρρυθμίσεις στο Κογκρέσο επίσης αποτελεί παράδειγμα ανάγκης συναινέσεων και ανάχωμα στην αρχή του ενός.

Οι αμερικάνικες αρχές πληροφοριών έχουν επίσης συνέπεια στις πολιτικές που ακολουθούν, ανεξαρτήτως του εκάστοτε Προέδρου.

Η πραγματικά ανεξάρτητη δικαστική εξουσία στην Αμερική εξάλλου αποτελεί εγγύηση ότι κανείς, ούτε ο Πρόεδρος, είναι υπεράνω του Νόμου και του Συντάγματος.

Η κυβερνησιμότητα της Αμερικής ωστόσο στην εποχή του Τράμπ φαίνεται ότι δεν θα έχει αυτά τα χαρακτηριστικά. Θα είναι λιγότερο πλουραλιστική με το στίγμα ενός ιδίως ανθρώπου.

Επίσης θα διαπνέεται από άγνοια πρωτοκόλλων και informalism. Θα γίνεται και μέσα από τα τουίτ του Προέδρου των ΗΠΑ που εκφράζοντας τις προσωπικές του ιδέες και όχι τους κανόνες του κράτους μπορεί να ξεσηκώνει διπλωματικά την Κίνα όπως ήδη συνέβη για τη Νότια Σινική.

Οι δηλώσεις των Κινεζικών αρχών αναφέρθηκαν στο πρόσωπο του Προέδρου εξατομικευμένα.

Ο Ντόναλντ Τράμπ είναι ο πρώτος Αμερικάνος Πρόεδρος που κινητοποίησε άμεσα εκατομμύρια κόσμου σε όλες τις πολιτείες των ΗΠΑ για να διαδηλώσουν από την πρώτη ημέρα άσκησης των καθηκόντων του. 

Είναι επίσης ο πρώτος Πρόεδρος με τόσο χαμηλά ποσοστά αποδοχής κατά την έναρξη των καθηκόντων του. 

Ο διευθυντής της CIA πρόσφατα δήλωσε ότι ο Τράμπ πρέπει να προσέχει τι λέει δημοσίως για την Ρωσία αισθανόμενος εθνική απειλή. Το σύστημα της CIA εκφράζει ένα κόσμο που έρχεται πριν τον Τράμπ και σχεδιάζει και μετά από αυτόν. 

Ο προστατευτισμός του εμπορίου που στηρίζει σαν πρακτική ο νέος Πρόεδρος των ΗΠΑ βρίσκεται σε πλήρη αντίθεση με τον οικονομικό φιλελευθερισμό που παραδοσιακά εξέφραζε η Αμερική θεσμικά και πολιτικά.

Η Κίνα μέσα από την κρατική ελεγχόμενη εφημερίδα της ανέφερε ότι στην περίπτωση που ξεσπάσει εμπορικός πόλεμος μεταξύ των ΗΠΑ και της Κίνας, θα υπάρξουν συνέπειες και για τις δύο χώρες ενώ στο τέλος δε θα νικήσει κανένας. Οι απώλειες όμως θα είναι ευρύτερες. 

Η υπαναχώρηση από την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής θα δημιουργήσει διεθνείς ανησυχίες και ασυνέχειες αντί της οικουμενικής συναίνεσης που είχε πετύχει. 

Ο περιορισμός των συναινέσεων, στο εσωτερικό αλλά και την εξωτερική πολιτική της Αμερικής δεν είχε σχεδιαστεί ούτε αναμενόταν ως πρακτική.

Συντελεστές του Ρεπουμπλικανικού κόμματος που έχει συνέχεια και διάρκεια και μετά την εποχή του Τράμπ, ίσως ενεργοποιηθούν για να ισορροπήσουν καταστάσεις. 

Η κουλτούρα των θεσμών είναι άγνωστο πως θα αλληλεπιδράσει με μια Προεδρία με προσωποπαγή χαρακτηριστικά.

Η παράκαμψη των συναινέσεων είναι κάτι που δεν λειτουργεί μακροπρόθεσμα σε μεγάλα συστήματα όπως αυτό της Αμερικής.

Οι εσωτερικές της ισορροπίες είναι αναγκαίες για την λειτουργία της ενώ επικίνδυνες ταλαντώσεις στην εξωτερική της πολιτική έχουν διεθνή αντίκτυπο. Η ανάσχεση της οικονομικής της δραστηριότητας ακόμα και λόγω αβεβαιότητας επίσης.

Δεν είναι τόμπολα αλλά συνδέονται. 

Σάββατο 14 Ιανουαρίου 2017

Ο κόσμος σε 35 χρόνια μέσα από την ανάλυση των Αμερικάνικων Υπηρεσιών Πληροφοριών

Κάθε 4 χρόνια η επικεφαλής υπηρεσία των Αμερικάνικων Υπηρεσιών Πληροφοριών δημοσιεύει μια έκθεση για τις προβλέψεις της για τα μεγάλα ζητήματα που θα απασχολήσουν την ανθρωπότητα τα επόμενα 20 χρόνια. Πριν λίγα 24ωρα δημοσιεύθηκε η τελευταία έκθεση. 

Η έκθεση είναι δημόσια για να κατευθύνει τις αρχές σε προβληματισμό και σε δράση. Για την κατανόηση της αναλυτικής έκθεσης (250 σελίδων) έχει σημασία να εξηγηθεί ότι οι αμερικάνοι δεν καταγράφουν και δεν προβλέπουν τα ευνοϊκά σενάρια, δεν γράφουν για το τι τους εξυπηρετεί ή το τι θα ήθελαν να συμβεί, ούτε καν υποδεινύουν λύσεις. 

Απλά προβλέπουν και μάλιστα καταγράφουν και αρνητικά για την επιρροή της ίδιας της χώρας τους. Για παράδειγμα στην ανάλυση τους προβλέπουν ότι η αμερικάνικη οικονομία θα επιβραδύνει ή ότι η σφαίρα επιρροής της Αμερικής μπορεί να μειωθεί ενόψει ενδεχόμενου συνασπισμού Ρωσίας, Κίνα και Ιράν που θα επιδιώξουν να αυξήσουν την περιφερειακή τους επιρροή εκτοπίζοντας την αντίστοιχη αμερικάνικη. 

Ακολουθεί 2σελιδη περίληψη για τα MegaTrends όπως ακριβώς τα καταγράφει η ίδια η προϊστάμενη αρχή δηλαδή το American Intelligence Council. Είναι ένα έγγραφο που αξίζει να διαβαστεί από όλους ακόμα και από αυτούς που συμμετέχουν στη διαμόρφωση policies. 

H ανάλυση θίγει κομβικά ζητήματα όπως την περαιτέρω εξέλιξη της τεχνολογίας και τις συνέπειες της στα αναπτυσσόμενα και στα ανεπτυγμένα κράτη καταγράφοντας αρνητικές προοπτικές για τα αδύνατα κράτη και αύξηση των ανισοτήτων, την εξέλιξη της παγκόσμιας οικονομίας για την οποία καταγράφει ύφεση με τα αδύνατα κράτη να αντιμετωπίζουν μεγαλύτερους κινδύνους, την επιρροή των θρησκειών έναντι των κρατών που θεωρείται ότι θα αυξηθεί σημειώνοντας ακόμα ότι οι θρησκείες θα γίνουν και πιο authoritative σε σχέση με τις κυβερνήσεις. 

Καταγράφεται ακόμα το περιορισμένο πλαίσιο governing από τις ίδιες τις εθνικές κυβερνήσεις που θα αντιμετωπίζουν οργανωμένα πολυεθνικά συμφέροντα αλλά και πιέσεις στο εσωτερικό τους από τον κόσμο να αποκαταστήσουν την ευημερία, την φύση των παγκόσμιων συγκρούσεων που θα αλλάξει, την ενδυνάμωση του λαϊκισμού και των ακραίων τάσεων που θα οδηγήσει στον εθνικισμό, ενώ δίνουν έμφαση στην κλιματική αλλαγή και τις αρνητικές της συνέπειες για την ανθρωπότητα που θεωρείται ότι σύντομα θα έχει συνέπειες αλλάζοντας τα οικονομικά δεδομένα οικουμενικά.

Τα 7 βασικά σημεία που εντοπίζονται ως τα μεγάλα ζητήματα και το σενάριο εξέλιξης τους είναι τα ακόλουθα. 


The rich are aging, the poor are not.
Working-age populations are shrinking in wealthy countries, China, and Russia but growing in developing, poorer countries, particularly in Africa and South Asia, increasing economic, employment, urbanization, and welfare pressures and spurring migration. Training and continuing education will be crucial in developed and developing countries alike.



The global economy is shifting.
Weak economic growth will persist in the near term. Major economies will confront shrinking workforces and diminishing productivity gains while recovering from the 2008-09 financial crisis with high debt, weak demand, and doubts about globalization. China will attempt to shift to a consumer-driven economy from its longstanding export and investment focus. Lower growth will threaten poverty reduction in developing countries.



Technology is accelerating progress but causing discontinuities.
Rapid technological advancements will increase the pace of change and create new opportunities but will aggravate divisions between winners and losers. Automation and artificial intelligence threaten to change industries faster than economies can adjust, potentially displacing workers and limiting the usual route for poor countries to develop. Biotechnologies such as genome editing will revolutionize medicine and other fields, while sharpening moral differences.



Ideas and Identities are driving a wave of exclusion.
Growing global connectivity amid weak growth will increase tensions within and between societies. Populism will increase on the right and the left, threatening liberalism. Some leaders will use nationalism to shore up control. Religious influence will be increasingly consequential and more authoritative than many governments. Nearly all countries will see economic forces boost women’s status and leadership roles, but backlash also will occur.



Governing is getting harder.
Publics will demand governments deliver security and prosperity, but flat revenues, distrust, polarization, and a growing list of emerging issues will hamper government performance. Technology will expand the range of players who can block or circumvent political action. Managing global issues will become harder as actors multiply—to include NGOs, corporations, and empowered individuals—resulting in more ad hoc, fewer encompassing efforts.



The nature of conflict is changing.
The risk of conflict will increase due to diverging interests among major powers, an expanding terror threat, continued instability in weak states, and the spread of lethal, disruptive technologies. Disrupting societies will become more common, with long-range precision weapons, cyber, and robotic systems to target infrastructure from afar, and more accessible technology to create weapons of mass destruction.



Climate change, environment, and health issues will demand attention.
A range of global hazards pose imminent and longer-term threats that will require collective action to address—even as cooperation becomes harder. More extreme weather, water and soil stress, and food insecurity will disrupt societies. Sea-level rise, ocean acidification, glacial melt, and pollution will change living patterns. Tensions over climate change will grow. Increased travel and poor health infrastructure will make infectious diseases harder to manage.




The Bottomline
These trends will converge at an unprecedented pace to make governing and cooperation harder and to change the nature of power—fundamentally altering the global landscape. Economic, technological and security trends, especially, will expand the number of states, organizations, and individuals able to act in consequential ways.

Within states, political order will remain elusive and tensions high until societies and governments renegotiate their expectations of one another. Between states, the post-Cold War, unipolar moment has passed and the post-1945 rules based international order may be fading too.

Some major powers and regional aggressors will seek to assert interests through force but will find results fleeting as they discover traditional, material forms of power less able to secure and sustain outcomes in a context of proliferating veto players.

Δευτέρα 2 Ιανουαρίου 2017

Κλιματική αλλαγή: Κόστος, κίνδυνοι και προκλήσεις για την Ελλάδα

Το μετριοπαθές κόστος της κλιματικής αλλαγής για την χώρα μας εκτιμάται σε 600 δισ. άλλως σε μείωση του ΑΕΠ κατά 2.5% τα επόμενα 35 χρόνια. Για τον περιορισμό των δυσμενών επιπτώσεων απαιτούνται αλλαγές στο μείγμα του παραγόμενου ηλεκτρισμού, στον τομέα των μεταφορών, της ενεργειακής επάρκειας των κτιρίων και στην υδάτινη πολιτική. 

Τα φαινόμενα της κλιματικής αλλαγής εξ αιτίας της υπερθέρμανσης του πλανήτη θα έχουν μεγαλύτερη ένταση και επίδραση στη χώρα μας. Το ποικιλλόμορφο ανάγλυφο και οι διαφορετικές κλιματικές συνθήκες στο δυτικό και ανατολικό κλίμα της χώρας που αλληλεπιδρούν καθιστούν την χώρα πιο ευαίσθητη στην αλλαγή του κλίματος.

Η Ελλάδα διαθέτει ακτογραμμή 16.000 χιλιομέτρων εκ των οποίων το 20% είναι εξαιρετικά ευπαθές στην άνοδο της στάθμης της θάλασσας. Ο κίνδυνος είναι αυξημένος καθώς η στάθμη των υδάτων αναμένεται να αυξηθεί από 2 εκατοστά μέχρι 2 μέτρα μέχρι το 2100.

40 με 50 εκατοστά εκτιμάται μια συνήθη αύξηση των υδάτων που θα δημιουργήσει προβλήματα στη νησιωτική Ελλάδα και στα περισσότερα λιμάνια της χώρας και στο μεταφορικό δίκτυο.

Η θερμοκρασία της γης ενδέχεται να αυξηθεί κατά 1.4 - 5.8 °C βαθμηδόν μέχρι το 2100 και πολλοί τουριστικοί προορισμοί της χώρας μας θα επηρεαστούν σημαντικά. Θα υπάρξει αύξηση των ημερών καύσωνα και νύχτες όπου η θερμοκρασία δεν θα πέφτει κάτω από τους 20 βαθμούς.

Οι επιπτώσεις στο δείκτη της “τουριστικής ευφορίας” θα είναι αρνητικές στην ανακατανοµή των αφίξεων τουριστών στη χώρα µας και των τουριστικών εισπράξεων.

Η αύξηση της θερμοκρασίας δεν θα εντείνει μόνο την δυσφορία του πληθυσμού αλλά είναι και ενεργειακά δαπανηρή αφού απαιτεί περισσότερη ενέργεια στα συστήματα ψύξης. 

Οι δέκα μεγαλύτεροι αγροτικοί νομοί της χώρας θα δεχθούν μεγάλη πίεση στις καλλιέργειες. Οι μέρες καύσωνα θα αυξηθούν όπως και οι συνεχόμενες ημέρες χωρίς βροχή ενώ η τα ακραία καιρικά φαινόμενα θα πολλαπλασιαστούν. 

H αύξηση της θερμοκρασίας θα απαιτήσει μεγαλύτερες ποσότητες νερού και για οικιακές ανάγκες και για την άρδρευση ενώ οι ποσότητες των βροχοπτώσεων θα μειωθούν. 

Σύμφωνα με ολοκληρωμένη έκθεση της ΤτΕ, στην περίπτωση του σεναρίου ανυπαρξίας δράσης της χώρας μας για τον περιορισμό της κλιματικής αλλαγής, υπολογίζεται ότι το ΑΕΠ της Ελλάδος θα µειωθεί κατά 2% το 2050 και κατά 6% το 2100. Σε αυτό το σενάριο το συνολικό σωρευτικό κόστος για την ελληνική οικονοµία ανέρχεται στα 701 δισ. (σε σταθερές τιµές του 2008).

Στο μετριοπαθές Σενάριο Προσαρμογής και στοχευμένων δράσεων κατά της κλιματικής αλλαγής με στόχο τη μείωση των εκπομπών του ρύπου θερμοκηπίου και την μείωση των δυσμενών επιπτώσεων το κόστος εκτιµάται ίσο µε 67 δισ. ενώ το συνολικό κόστος εκτιμάται στα 577 δισ. καθώς περιλαμβάνει την οικονομική αξία εξαιτίας των ζημιών που θα προκληθούν από την κλιματική αλλαγή.

H διαφορά του κόστους των 120 δισεκατομμυρίων και των δυσμενέστερων επιπτώσεων μεταξύ των δύο σεναρίων δεν είναι αδιάφορη.

Το κόστος της κλιματικής αλλαγής θα είναι μικρότερο για την οικονομία και τις τσέπες μας αν ακολουθηθεί πολιτική μείωσης των εκπομπών των ρύπων θερμοκηπίου. Η βαθμιαία απεξάρτηση της ενεργειακής αυτάρκειας από τον λιγνίτη είναι βασική συνθήκη για την μείωση της επιβάρυνσης του περιβάλλοντος από την ανθρωπογενή δραστηριότητα.

Οι συνθήκες της κλιματικής αλλαγής δημιουργούν ευνοϊκές συνθήκες για την ηλιακή ενέργεια αφού η ακτινοβολία θα αυξηθεί στην χώρα μας ενώ και η ένταση της αιολικής ενέργειας αναμένεται να αυξηθεί κατά περίπου 10%. 

Τα συστήματα ΑΠΕ άλλωστε μπορούν να υποστηρίξουν την ενεργειακή αυτονομία των κτιρίων μέσω της γεωθερμίας και των φωτοβολταϊκών. Παράλληλα πρέπει να περιοριστεί η ενεργειακή κατανάλωση του κτηριακού τομέα στην Ελλάδα που ευθύνεται για το 1/3 περίπου των εκποµπών διοξειδίου του άνθρακα (CO2) και για το 36% περίπου της συνολικής ενεργειακής κατανάλωσης. 

Απαιτούνται ενέργειες που στοχεύουν στη βελτίωση των θερµικών χαρακτηριστικών κυρίως του αστικού περιβάλλοντος και ενέργειες που στοχεύουν στη µείωση των θερµικών και ενεργειακών αναγκών των κτηρίων.

Θα χρειαστούν επίσης συγκεκριµένα µέτρα πολιτικής για την αντιµετώπιση των επιπτώσεων από το σύστηµα µεταφορών που ευθύνεται για μεγάλη παραγωγή εκπεμπόμενων ρύπων. 

Η µείωση της µεταφορικής ζήτησης, η ενίσχυση της οικολογικής οδήγησης (ecodriving), η µέγιστη εκµετάλλευση της χωρητικότητας των µέσων µεταφοράς, η ενίσχυση συνδυασµένων εµπορευµατικών µεταφορών με µείωση ποσοστού οδικών µεταφορών προς όφελος των θαλάσσιων και σιδηροδροµικών µεταφορών είναι ορισμένα από τα μέτρα που πρέπει να ακολουθήσουμε.

Το διαχειριστικό σχέδιο για την υδάτινη πολιτική πρέπει να περιλαμβάνει εθνικό χωροταξικό σχέδιο όπου η χρήση των επιφανειακών και υπόγειων υδατικών σωµάτων και οι χρήσεις γης θα οριοθετούνται και θα περιγράφονται, εκσυγχρονισμό των αρδρευτικών και υδρευτικών συστημάτων και ανάπτυξη τεχνογνωσίας για την επαναχρησιμοποίηση του νερού. 

Η κλιματική πολιτική συνδέεται με τον πρωτογενή τομέα την αγροτική παραγωγή, την αλιεία, τα δάση μας και τα νερά μας. Συνδέεται με τον τουρισμό βασική πηγή πλούτου της Ελλάδας. Το κόστος θα είναι μεγαλύτερο και οι συνέπειες πιο επιβλαβείς αν καθυστερήσουμε να αναπτύξουμε τις πολιτικές που απαιτούνται.