Ο πολιτισμός μιας χώρας φαίνεται στην γλώσσα του. Γιατί η γλώσσα είναι η σκέψη. Αν γράφεις σαν φανατικός ή σαν βόθρος θα μιλάς και θα σκέφτεσαι με τον ίδιο τρόπο. Αυτό αφορά όλους μας στη χώρα. Πολιτικούς, πολίτες και δημοσιογράφους.
Τα ίδια θα σκεφτεί οποιοσδήποτε υγιής άνθρωπος διαβάσει το αχαρακτήριστο κείμενο που φιλοξενεί η Εφημερίδα των Συντακτών ''Ακατανόμαστα όργια στο Χίλτον με την Ντέλια''.
Η γλώσσα του κειμένου που επιχειρεί να είναι σατιρική είναι σοκαριστικά άθλια. Το κείμενο τελειώνει με την γνωστή ερωτηματική-καταφατική ατάκα: ''Δεν γαμιόμαστε λέω εγώ'' αφού πριν ο γράφων μας έχει ενημερώσει ότι η Ντέλια ήταν καυλωμένη στη συνάντηση των μελών της τεταρτόικας που γαμούσαν την κυβέρνηση.
Η εικονογράφηση είναι ανάλογα χυδαία. Η εικόνα άλλωστε αποτυπώνεται πιο εύκολα στη συνείδηση του κόσμου. Έτσι βλέπουμε τον Σταθάκη να σκέφτεται ότι ''στις συζητήσεις μάλλον θα μας πάρει παρτούζα'' ή την Δρακουλέσκου να αναρωτιέται ''πότε θα έρθει επιτέλους το τρελό κοντό αγόρι'' προφανώς για να το γαμήσει και αυτό.
Αυτό δεν είναι δημοσιογραφία αλλά εσμός που απευθύνεται στα χειρότερα ένστικτα των πολιτών. Χωρίς ίχνος πολιτικής κριτικής. Φανταστείτε μια χώρα με πολίτες που θα επικοινωνούν με παρόμοιο τρόπο. Είναι εξασφαλισμένο ότι θα είναι για πάντα πτωχευμένοι. Και όχι μόνο οικονομικά.
Η Εφημερίδα των Συντακτών προφανώς αποδέχεται την υιοθέτηση του πολιτικού σχολιασμού σε επίπεδο καφρίλας. Από την πλευρά της βέβαια μπορεί να κάνει και καλά. Οι εφημερίδες άλλωστε κερδίζουν από τις αντιπαραθέσεις. Το θέμα είναι πως επιλέγει κανείς επικοινωνεί με το κοινό. Και τι κοινό διαμορφώνει όμως.
Η ευθύνη της δημοσιογραφίας και του τύπου είναι θεμελιακή στη διαμόρφωση της πολιτικής αισθητικής σε μία χώρα. Ο τύπος διαμορφώνει πρότυπα. Ο αναγνώστης επηρεάζεται. Μιμείται. Αναπαράγει.
Ένα θέμα είναι η γλώσσα. Οι λέξεις και οι κώδικες που χρησιμοποιούμε για να μιλήσουμε για κάτι. Η επικοινωνία και η γλώσσα δεν είναι θέμα πολιτικής οπτικής ή σάτιρας. Είναι θέμα πολιτισμού. Σημασία δεν έχει άλλωστε τι θέλεις να πεις αλλά κυρίως πώς το εκφράζεις.
Για γερμανοτσολιάδες άλλωστε μας μιλούσε δημόσια και ο Δελαστίκ πρόσφατα σε μία τηλεοπτική συνέντευξη για όσους είχαν διαφορετική άποψη από αυτόν. Για κυβερνητικά πρεζάκια μιλά τώρα και ένα τμήμα της αριστεράς.
Το πρόβλημα όμως δεν αφορά μόνο την γλώσσα. Αλλά και την πολιτική αντίληψη και αισθητική που διαμορφώνει η γλώσσα. Δυστυχώς μάθαμε να επικοινωνούμε αντιθετικά και όχι δημιουργικά στην πολιτική και με όρους γηπεδικού υποκόσμου. Αυτό διαμόρφωσε εν μέρει και την πολιτική μας αντίληψη. Με ευθύνη πολλών βέβαια όλα αυτά τα χρόνια.
Η προέκταση αυτής της ρητορικής οδηγεί στους διεθνείς τοκογλύφους που θέλουν να μας καταχρεώσουν για να εκμεταλλευτούν τα κοιτάσματα του πετρελαίου μας, τον ορυκτό μας πλούτο, να μας εξανδραποδίσουν και όλα αυτά.
Ή ότι η Ρωσία και η Κίνα θα μας έστελναν ρούβλια και γουάν αφειδώς όταν έβλεπαν ότι θα θέλαμε να φύγουμε από την Ε.Ε. αφού είμαστε περιζήτητοι.
Ή εν πάση περιπτώση ότι θα μπορούσαμε να τους εκδικηθούμε όλους κάνοντας παύση πληρωμών και πτωχεύοντας αφού έτσι θα συμπαρασύραμε το διεθνές οικοδόμημα μαζί μας. Εμείς, το 2% του ΑΕΠ της Ευρώπης και το 0.2% του Παγκόσμιου ΑΕΠ θα τα κάναμε όλα αυτά σε όλους τους άλλους για να τους εκδικηθούμε.
Το μεγαλύτερο κέρδος που θα μπορούσαμε να έχουμε σήμερα ως κοινωνία μετά και την σκληρή συνθηκολόγηση του ΣΥΡΙΖΑ που δεν μπόρεσε βέβαια να υπερβεί πολιτικά την διαπραγματευτική ισχύ της χώρας και της οικονομίας της, σε αντίθεση με ότι πίστευε για όποιους λόγους το πίστευε, είναι να σταματήσουμε να κυνηγάμε φαντάσματα.
Η πολιτική αφήγηση πρέπει να αλλάξει. Η χώρα πρέπει να κοιτάξει κατάματα τα προβλήματα της και να διορθώσει τις παθογένειες της ώστε να βγούμε κάποτε και από τα μνημόνια όπως έκαναν άλλες χώρες. Ή για να ελαφρύνουμε τους όρους του δανεισμού και να βγούμε βαθμηδόν στο ξέφωτο.
Αυτό δεν θα γίνει με όρους σωβινισμού ή εθνολαϊκισμού. Μόνο ως άλλοθι μπορεί να λειτουργήσει η αφήγηση με το διαβολικό 98% σε Eυρωπαϊκό επίπεδο ή το 99.98% διεθνώς που ονειρεύεται να μας δανείσει για να μας ξεζουμίσει. Τα ίδια ακούμε και από την Πρόεδρο της Βουλής σε άλλη ρητορική.
Το 25% των μνημονίων είναι δημοσιονομικοί περιορισμοί που πάντοτε πραγματοποιούνται. Δυστυχώς έτσι γίνεται όταν δανείζεσαι δισεκατομμύρια. Το 75% των συμφωνηθέντων όμως αφορούν διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που πάντα μεταθέτουμε για τους επόμενους. Μέσα σε αυτό το ποσοστό υπάρχουν πολλά που έπρεπε ήδη να έχει κάνει η χώρα εδώ και δεκαετίες.
Αν επιλέξουμε άλλωστε να θεωρούμε όλους τους διεθνείς φορείς την Ε.Ε., την ΕΚΤ, το ΔΝΤ και όλον τον πλανήτη ως τοκογλύφους, χαφιέδες του διεθνούς ιμπεριαλισμού, γερμανοτσολιάδες και παρόμοια, μπορεί και αυτοί να μας αντιμετωπίσουν ως απατεώνες, διεφθαρμένους και τριτοκοσμικούς.
Ποιος θα κερδίσει αν συγκρουστούμε; Ποιος θα χάσει αν σταματήσει η οικονομική τροφοδοσία, η θεσμική διάδραση και η πολιτική επικοινωνία; Tο 99.8% ή το 0.2%; Εμείς ή η Δρακουλέσκου; Η κατανόηση όμως αυτών των συσχετισμών δεν είναι γνώρισμα των ηλιθίων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου